Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

Κάτσε.

Χαμογέλασες και κάθισες δίπλα μου.

Ήταν σαν να μην πέρασε ούτε ένας χρόνος από την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε όμως είχαν περάσει τόσα.
Μα η αγάπη εκεί, να ζεσταίνει την κάθε ανάμνηση του παρελθόντος.
Έμπλεξες τα χέρια σου ανάμεσα στα δικά μου και με θράσσος τα τοποθέτησες  στην καρδιά σου, κάνοντας τον εξή όρκο ότι  θα ήταν η τελευταία φορά που θα έφευγες, ότι μου κράτησες ακόμη μία φυγή για το ένδοξο τέλος, έτσι για την επιβεβαίωση των συναισθημάτων μας.

Σου είχα πει κάθησε ακόμα λίγο, κάτσε αμίλητος στην γωνιά σου, να σε βλέπω καθώς θα σε προδώνω. 
Κάθησε εκεί, να κλάψουμε μαζί, φορώντας τα χαμόγελα της προσωρινής μας συνάντησης.
Κάθησε εκεί, να υπολογίζουμε πως θα ήταν η ζωή μας ή πως θα μοιάζαν τα αγέννητα παιδιά μας.
Κάθησε εκεί, να υποφέρουμε μαζί, να φταις εσυ, να φταίω εγω, να τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας από δήθεν χαρά.

Κάθησε εκεί να σε βλέπω, να με βλέπεις, ενώ οι ψυχές θα κλαίνε.

31 Αυγούστου.

 Ακριβώς απέναντι στην αγανάκτηση της ιδόμορφης ζωής μας, ανταποκρινόμαστε στο άκουσμα κάθε κελαιδίσματος. Ακριβώς απέναντι στο ιστορικό τέλ...