Ένιωσα τις βροχές να μυρίζουν καμώματα, του κρασιού κόκκινα μπαλώματα.
Είδα τις βροχές να μπλέκουν δέρματα, να καβαλικεύουν των ανθρώπων τέρματα.
Είδα να ξεπλένονται όλα μονομιάς και από σύννεφα να γίνονται ποτάμια τα νερά.
Τους είδα να ξεσπούν, να πονούν, να γλεντούν και να μη μπορούν να μου μιλούν...
Πάρε μια ομπρέλα σ' αυτούς που μύριζαν τη γιορτή και έκανα πάρτυ στην ηδονή.
Aγόρασε σε όλους αυτούς που χάθηκαν - κουβάδες με ψέματα και ρίξτε τους σαν κέρματα.
Πάρε μια ομπρέλα στους άτολμους
στους άπραγους
στους δήθεν απροσάρμοστους.
Είδα τις βροχές να μπλέκουν δέρματα, να καβαλικεύουν των ανθρώπων τέρματα.
Είδα να ξεπλένονται όλα μονομιάς και από σύννεφα να γίνονται ποτάμια τα νερά.
Τους είδα να ξεσπούν, να πονούν, να γλεντούν και να μη μπορούν να μου μιλούν...
Λύγισα στα μάτια του γιου της Άνοιξης, που αντίκρησα ορισμένους να έχουν θράσσος να αγαπούν.
Πάρε μια ομπρέλα σ' αυτούς που μύριζαν τη γιορτή και έκανα πάρτυ στην ηδονή.
Aγόρασε σε όλους αυτούς που χάθηκαν - κουβάδες με ψέματα και ρίξτε τους σαν κέρματα.
Πάρε μια ομπρέλα στους άτολμους
στους άπραγους
στους δήθεν απροσάρμοστους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου