Μέτα από μία ώρα στο μπάνιο αποφάσισα να βγω από την βρομιά μου.
Ξέπλυνα το κορμί μου με όλα τα αρώματα και έλουσα τα μαλλιά μου
με όλα τα παράπονά μου.
Φόρεσα το άσπρο μου φουστάνι και έβαλα τα στενά ενοχλητικά κόκκινα τακούνια.
Η ώρα είχε πάει πέντε.
Είδη είχα καθυστερήσει κι αυτό με έκανε ακόμη πιο τεμπέλα στο να περπατήσω προς την πόλη.
Είχα ραντεβού σήμερα. Ένα από τα πολλά. Ένα από αυτά που πρέπει να έχεις άγχος, να σε τρομοκρατεί το πρώτο φιλί ή το άγγιγμα στο χέρι. Ένα από αυτά που ξεχνάς ποιος είσαι και κουβαλάεις ολόκληρο θίασο μαζί σου, μήπως εκπλαγεί, μήπως προσέξει ότι το σώμα σου έχει γλώσσα και τον καλείς σε πρόστυχα παιχνίδια.
Ένα από αυτά τελοσπάντων.
Να! Τον βλέπω από μακρυά!
Καλέ αυτό τον ξέρω!
Ο Κώστας είναι!
-Κώστα τι κάνεις εδώ?
-Είχαμε ραντεβού Μάρα. Τι εννοείς τι κάνω εδώ?
Κάθισα αμέσως, με μια άνεση κι άρχισα να του μιλάω για τα παλιά, για την σχέση μας, για τους παπαγάλους μας, για την Θεία την Θάλεια που αναστατώθηκε από τον χωρισμό μας. Τα έβλεπε σαν αστεία και χαζογελούσε. ΄Προσπαθούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Το μόνο διαφορετικό που έβλεπα απάνω του ήταν το βλέμμα του και η απουσία της καδένας από το λαιμό του...
Η συζήτηση είχε διακοπεί από το γκαρσόνι.
Ίδιες στιγμές, ίδια χαμόγελα, ίδιες απροσεξιες από την κοπέλα που καθόταν στο διπλανό Μπαρ.
Όλα ίδια.
Σαν κακόγουστο αστείο.
Σαν φάρσα στημένη.
Περίμενα να βγει κάποιος στα ξαφνικά να μου πει ότι όλα είναι για πλάκα.
Ότι υπάρχουν κάμερες κρυφές.
Όλα τα ίδια, όπως παλιά, όπως με κοίταζες στα μάτια,
όπως χαμογελούσες, όπως μου κρατούσες το χέρι,΄
όπως μου έλεγες ιστορίες από τα χωριά.
Σαν να μου δινόταν αλλη μία ευκαιρία για εμάς.
Να μην κάνω τα ίδια λάθη ξανά.
΄Κοιτούσα όλο το σκηνικό κάπως περίεργα.
Εσυ δεν το πρόσεξες.
Ήμουν και καλή ηθοποίος πανάθεμά με!
Σε άκουω να μιλάς ασταμάτητα,
να μου κλέβεις χαμόγελα,
και να τραγουδάς για έρωτα.
Σε έβλεπα να ήσουν εσύ,
χωρίς τον πόνο του χωρισμού μας,
χωρίς κακιές στο στόμα
χωρίς δάκρυα στα μάτια.
Ήσουν εσυ.
Όπως σε γνώρισα.
Όπως σε γεύτηκα.
Όπως σε αγάπησα.
Ήσουν εσύ που μου έδειχνες απέραντη τη θάλασσα!
Μου ζήτησες να πάμε βόλτα στην πλατεία.
Τότε χαμογέλασα.
Ήξερα ότι εκεί θα με φιλήσεις,
Εκεί θα μου πεις να ήμαστε για πάντα μαζί.
Εκει.. εκεί.
Αρνήθηκα. Αρνήθηκα να ξαναζήσω την ίδια χαρά και την ίδια λύπη ξανά!
Δεν θα άλλαζα τίποτα.
Θα έκανα τα ίδια λάθη.
Θα σε πονούσα και θα με πόναγες.
Θα σε σκότωνα και θα με σκότωνες.
Θα σε ικέτευα και θα με ικέτεευες.
Τίποτα δεν θέλω ξανά από την αρχή.
Ούτε δεύτερες ευκαιρίες.
Ούτε δεύτερες ζωές.
Εγώ ότι έζησα μαζί σου, έζησα.
Τώρα πάει τελείωσε.
Θα μου μείνει μόνο μια καδένα στο χέρι που δεν πρόλαβα να σου την κάνω δώρο.
Ξέπλυνα το κορμί μου με όλα τα αρώματα και έλουσα τα μαλλιά μου
με όλα τα παράπονά μου.
Φόρεσα το άσπρο μου φουστάνι και έβαλα τα στενά ενοχλητικά κόκκινα τακούνια.
Η ώρα είχε πάει πέντε.
Είδη είχα καθυστερήσει κι αυτό με έκανε ακόμη πιο τεμπέλα στο να περπατήσω προς την πόλη.
Είχα ραντεβού σήμερα. Ένα από τα πολλά. Ένα από αυτά που πρέπει να έχεις άγχος, να σε τρομοκρατεί το πρώτο φιλί ή το άγγιγμα στο χέρι. Ένα από αυτά που ξεχνάς ποιος είσαι και κουβαλάεις ολόκληρο θίασο μαζί σου, μήπως εκπλαγεί, μήπως προσέξει ότι το σώμα σου έχει γλώσσα και τον καλείς σε πρόστυχα παιχνίδια.
Ένα από αυτά τελοσπάντων.
Να! Τον βλέπω από μακρυά!
Καλέ αυτό τον ξέρω!
Ο Κώστας είναι!
-Κώστα τι κάνεις εδώ?
-Είχαμε ραντεβού Μάρα. Τι εννοείς τι κάνω εδώ?
Κάθισα αμέσως, με μια άνεση κι άρχισα να του μιλάω για τα παλιά, για την σχέση μας, για τους παπαγάλους μας, για την Θεία την Θάλεια που αναστατώθηκε από τον χωρισμό μας. Τα έβλεπε σαν αστεία και χαζογελούσε. ΄Προσπαθούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Το μόνο διαφορετικό που έβλεπα απάνω του ήταν το βλέμμα του και η απουσία της καδένας από το λαιμό του...
Η συζήτηση είχε διακοπεί από το γκαρσόνι.
Ίδιες στιγμές, ίδια χαμόγελα, ίδιες απροσεξιες από την κοπέλα που καθόταν στο διπλανό Μπαρ.
Όλα ίδια.
Σαν κακόγουστο αστείο.
Σαν φάρσα στημένη.
Περίμενα να βγει κάποιος στα ξαφνικά να μου πει ότι όλα είναι για πλάκα.
Ότι υπάρχουν κάμερες κρυφές.
Όλα τα ίδια, όπως παλιά, όπως με κοίταζες στα μάτια,
όπως χαμογελούσες, όπως μου κρατούσες το χέρι,΄
όπως μου έλεγες ιστορίες από τα χωριά.
Σαν να μου δινόταν αλλη μία ευκαιρία για εμάς.
Να μην κάνω τα ίδια λάθη ξανά.
΄Κοιτούσα όλο το σκηνικό κάπως περίεργα.
Εσυ δεν το πρόσεξες.
Ήμουν και καλή ηθοποίος πανάθεμά με!
Σε άκουω να μιλάς ασταμάτητα,
να μου κλέβεις χαμόγελα,
και να τραγουδάς για έρωτα.
Σε έβλεπα να ήσουν εσύ,
χωρίς τον πόνο του χωρισμού μας,
χωρίς κακιές στο στόμα
χωρίς δάκρυα στα μάτια.
Ήσουν εσυ.
Όπως σε γνώρισα.
Όπως σε γεύτηκα.
Όπως σε αγάπησα.
Ήσουν εσύ που μου έδειχνες απέραντη τη θάλασσα!
Μου ζήτησες να πάμε βόλτα στην πλατεία.
Τότε χαμογέλασα.
Ήξερα ότι εκεί θα με φιλήσεις,
Εκεί θα μου πεις να ήμαστε για πάντα μαζί.
Εκει.. εκεί.
Αρνήθηκα. Αρνήθηκα να ξαναζήσω την ίδια χαρά και την ίδια λύπη ξανά!
Δεν θα άλλαζα τίποτα.
Θα έκανα τα ίδια λάθη.
Θα σε πονούσα και θα με πόναγες.
Θα σε σκότωνα και θα με σκότωνες.
Θα σε ικέτευα και θα με ικέτεευες.
Τίποτα δεν θέλω ξανά από την αρχή.
Ούτε δεύτερες ευκαιρίες.
Ούτε δεύτερες ζωές.
Εγώ ότι έζησα μαζί σου, έζησα.
Τώρα πάει τελείωσε.
Θα μου μείνει μόνο μια καδένα στο χέρι που δεν πρόλαβα να σου την κάνω δώρο.
2 σχόλια:
Καταπληκτικό κείμενο. Καλό σου απόγευμα αγαπητή
Σε ευχαριστώ :)
Δημοσίευση σχολίου