Σήμερα ξύπνησα διαφορετικά.
Βρήκα κάτι εσώρουχα στο πάτωμα και ένα γυμνό κορμί απάνω στο κρεβάτι μου.
Το δωμάτιο μύριζε τσιγαρίλα με μερικές σταγόνες αλκοόλ.
Ήταν δεν ήταν εφτά το πρωί...
Περπάτησα μέχρι την κουζίνα και έφτιαξα καφέ.
Μαύρο, με δύο κουταλιές ζάχαρη.
Γύρισα πίσω και κάθησα στην άκρη του κρεβατιού.
Άρχισα να παρατηρώ τον άγνωστο.
Αρρενωπός άντρας.
Μελαχρινά χαρακτηριστικά.
Μέτριος σε ύψος,
μέτριος και σε άλλα απ΄ ότι θυμάμαι από εψες.
Νομίζω σου μοιαζει.. γι αυτό του ζήτησα λίγη φωτιά.
Να με συγχωρείς.
Δεν θυμάμαι τι έγινε χθες αλλά μπορώ να θυμηθώ πολύ έντονα τι έγινε πριν ένα χρόνο.
Το πως σε γνώρισα και πως σε έχασα.
Μου είπες εκατομμύριες φορές ότι εμείς δεν θα τελειώναμε ποτέ
και αναρωτιέμαι πόσα εκατομμύρια άλλα ψέματα μου είχες ξεστομίσει..
αλλά εγώ δεν πήρα χαμπάρι. Εγω ήμουν ευτυχισμένη αγορι μου.
Εγώ ζούσα για σένα. Εγω..
Άσε τι σκέφτομαι τώρα...
Ας ανάψω ένα τσιγάρο.
Και μου είχαν τελείωσει ρε γαμώτο και που να τρέχω τώρα..
Έτσι ψαχούλεψα τις τσέπες του Άγνωστου Χ.
Δεν ήταν και της μάρκας μου ρε γαμώτο και με έκαναν να βήχω σαν νταλικέρης.
Καμιά φορά μου έρχεται να το κόψω το ρημάδι, αλλά είναι το μόνο που μου έχει απομείνει από εσένα, άντε και τα Βlues που ακούγαμε μαζί αγκαλιά. Έτσι ανάβαμε και σβήναμε τον έρωτά μας.. σαν κεριά...
Δεν πρόλαβα να το τελειώσω και άκουσα να με φωνάζεί.
Ρίτα με φώναζε! Δεν θυμάμαι πως και του συστήθηκα με αυτό το όνομα.
Μόνο ο πατέρας μου με έλεγε έτσι, όταν με κακομάθενε.
- Ρίτα? Έτσι σου έχω συστήθει?
- Ναι κορίτσι μου, γιατί έτσι δεν σε λένε?
- Κορίτσι σου? Τόσο πολύ προχωρήσαμε το θέμα και δεν το θυμάμαι. Άντε μάζευτα και φύγε από εδω.
- Ε? Τι έχεις πάθει?
- Έλα δεν θα πιάσουμε και κουβέντα. Μάζεψτα.
- Όπως θες Ριτάκι.
- Κόφτο με το Ρίτα.
- Μάλιστα.
Τα μάζεψε τόσο γρήγορα που ξέχασε και τα τσιγάρα του! Δεν ξέρω γιατί του φέρθηκα έτσι. Ίσως γιατί το πρωί βλέπεις πιο καθαρά τα πράγματα... Δεν ήταν, εσυ!
Έχει μέρες να σου τηλεφωνήσω..
Δεν ξέρω αν είναι η κατάλληλη στιγμή.
Αν μπορείς να μου απαντήσεις.
Σκέφτομαι να έρθω να σε βρω.
Να σου κλέψω ένα βλέμμα.
Έχει μέρες να ακούσω την φωνή σου και πάω να τρελλαθώ.
Γυρνάω σαν τρελή στα Bar.
Πίνω και καπνίζω σαν μανιακή.
Τα χέρια μου είναι αδύναμα.
Το σώμα μου έχει σαστίσει.
Χαράζω το όνομα σου παντού.
Η μάνα μου κάτι λέει για κάποιο ψυχολόγο, ψυχίατρο... ψυχακια?
δεν της δίνω και πολύ προσοχή, γιατί σε σκέφτομαι.
Ο ¨Γκριν έχει μεγαλώσει, το γαύβγισμά του είναι πιο έντονο,
ίσως να σε ψάχνει κι αυτός.
Πάει έχω τρελαθεί.
Ώρες - ώρες μαγειρεύω για δύο.
Τοποθετώ το πιάτο σου στην αγαπημένη σου θέση.
Πάει νομίζω έχω τρελαθεί.
Θα έρθω να σε βρω.
Πρέπει να γίνω όμορφη.
Θα βάλω το αγαπημένο μου φόρεμα.
Αγαπημένο μου, γιατί ήταν το αγαπημένο σου!
θα φτιάξω και τα μαλλιά μου έτσι όπως σου αρέσουν.
Που είσαι? Που είσαι?
Λένε ότι έχω τρελαθεί.
Μου βάζουν την κοκτέλα στο στόμα.
Λένε ότι οι μέρες μου είναι λίγες
Φοβάμαι.
Κρυώνω.
Που είσαι πάω να τρελαθω.
Γιατί?
Γιατί έφυγες?
Γιατί με άφησες?
Γιατί φοβάσαι την αγάπη.
Γιατί..
Γιατί ρε γαμώτο γιατί..
Με επισκέπτεται κάποιος που με φωνάζει Ριτάκι. Δεν ξέρω ποιιος είναι. Αλλά νομίζω σου μοιάζει. Συγχώραμε θυμάμαι ότι κάποτε του είχα ζητήσει φωτιά . Μη με ρωτήσεις λεπτομέρειες δεν θυμάμαι κάτι περισσότερο. Λέει ότι θέλει το καλό μου και ότι νοιάζεται για μένα. Ότι θέλει να με πάρει σπίτι να με φροντίσει.
Την μάνα μου έχει να την δω μήνες. Είναι καλά? ΄Σίγουρα εσύ θα ξέρεις? ΄Τα πάντα γνωρίζες.
΄
Λένε ότι οι μέρες μου είναι λίγες και ότι θα φύγω από εδω.
Ότι δεν είμαι τρελή.
Ότι αγάπη θέλω.
Το άκουσα να το λέει μια νοσοκόμα στον Κύριο που σου μοιάζει.
Πω πω ντροπη! Ούτε το όνομα του δεν ξέρω.
Θα τον φωνάζω.. Άγνωστο Χ.
Πάει πέρασαν και οι μέρες και με έβγαλαν έξω από τις φυλακές.
Έτσι θα τις λέω εγω, γιατί απλά δεν βρίσκω καμιά διαφορά.
Ήταν και εκεί ο ¨Αγνωστος.
Ήταν τόσο όμορφος.
Μου χαμογελούσε συνέχεια και μου κρατούσε το χέρι μου.
Με πήρε σε ένα σπίτι τεράστιο.
Εντυπωσιαστήκα.
Κάπως ντροπιασμένη γύρισα προς το μέρος του.
- Μια ερώτηση θέλω να σου κάνω. Πως σε λένε?
- Χαζούλα.. Άγγελος είναι το όνομά μου.
Έπρεπε να το καταλάβω μουρμούρισα...
Βρήκα κάτι εσώρουχα στο πάτωμα και ένα γυμνό κορμί απάνω στο κρεβάτι μου.
Το δωμάτιο μύριζε τσιγαρίλα με μερικές σταγόνες αλκοόλ.
Ήταν δεν ήταν εφτά το πρωί...
Περπάτησα μέχρι την κουζίνα και έφτιαξα καφέ.
Μαύρο, με δύο κουταλιές ζάχαρη.
Γύρισα πίσω και κάθησα στην άκρη του κρεβατιού.
Άρχισα να παρατηρώ τον άγνωστο.
Αρρενωπός άντρας.
Μελαχρινά χαρακτηριστικά.
Μέτριος σε ύψος,
μέτριος και σε άλλα απ΄ ότι θυμάμαι από εψες.
Νομίζω σου μοιαζει.. γι αυτό του ζήτησα λίγη φωτιά.
Να με συγχωρείς.
Δεν θυμάμαι τι έγινε χθες αλλά μπορώ να θυμηθώ πολύ έντονα τι έγινε πριν ένα χρόνο.
Το πως σε γνώρισα και πως σε έχασα.
Μου είπες εκατομμύριες φορές ότι εμείς δεν θα τελειώναμε ποτέ
και αναρωτιέμαι πόσα εκατομμύρια άλλα ψέματα μου είχες ξεστομίσει..
αλλά εγώ δεν πήρα χαμπάρι. Εγω ήμουν ευτυχισμένη αγορι μου.
Εγώ ζούσα για σένα. Εγω..
Άσε τι σκέφτομαι τώρα...
Ας ανάψω ένα τσιγάρο.
Και μου είχαν τελείωσει ρε γαμώτο και που να τρέχω τώρα..
Έτσι ψαχούλεψα τις τσέπες του Άγνωστου Χ.
Δεν ήταν και της μάρκας μου ρε γαμώτο και με έκαναν να βήχω σαν νταλικέρης.
Καμιά φορά μου έρχεται να το κόψω το ρημάδι, αλλά είναι το μόνο που μου έχει απομείνει από εσένα, άντε και τα Βlues που ακούγαμε μαζί αγκαλιά. Έτσι ανάβαμε και σβήναμε τον έρωτά μας.. σαν κεριά...
Δεν πρόλαβα να το τελειώσω και άκουσα να με φωνάζεί.
Ρίτα με φώναζε! Δεν θυμάμαι πως και του συστήθηκα με αυτό το όνομα.
Μόνο ο πατέρας μου με έλεγε έτσι, όταν με κακομάθενε.
- Ρίτα? Έτσι σου έχω συστήθει?
- Ναι κορίτσι μου, γιατί έτσι δεν σε λένε?
- Κορίτσι σου? Τόσο πολύ προχωρήσαμε το θέμα και δεν το θυμάμαι. Άντε μάζευτα και φύγε από εδω.
- Ε? Τι έχεις πάθει?
- Έλα δεν θα πιάσουμε και κουβέντα. Μάζεψτα.
- Όπως θες Ριτάκι.
- Κόφτο με το Ρίτα.
- Μάλιστα.
Τα μάζεψε τόσο γρήγορα που ξέχασε και τα τσιγάρα του! Δεν ξέρω γιατί του φέρθηκα έτσι. Ίσως γιατί το πρωί βλέπεις πιο καθαρά τα πράγματα... Δεν ήταν, εσυ!
Έχει μέρες να σου τηλεφωνήσω..
Δεν ξέρω αν είναι η κατάλληλη στιγμή.
Αν μπορείς να μου απαντήσεις.
Σκέφτομαι να έρθω να σε βρω.
Να σου κλέψω ένα βλέμμα.
Έχει μέρες να ακούσω την φωνή σου και πάω να τρελλαθώ.
Γυρνάω σαν τρελή στα Bar.
Πίνω και καπνίζω σαν μανιακή.
Τα χέρια μου είναι αδύναμα.
Το σώμα μου έχει σαστίσει.
Χαράζω το όνομα σου παντού.
Η μάνα μου κάτι λέει για κάποιο ψυχολόγο, ψυχίατρο... ψυχακια?
δεν της δίνω και πολύ προσοχή, γιατί σε σκέφτομαι.
Ο ¨Γκριν έχει μεγαλώσει, το γαύβγισμά του είναι πιο έντονο,
ίσως να σε ψάχνει κι αυτός.
Πάει έχω τρελαθεί.
Ώρες - ώρες μαγειρεύω για δύο.
Τοποθετώ το πιάτο σου στην αγαπημένη σου θέση.
Πάει νομίζω έχω τρελαθεί.
Θα έρθω να σε βρω.
Πρέπει να γίνω όμορφη.
Θα βάλω το αγαπημένο μου φόρεμα.
Αγαπημένο μου, γιατί ήταν το αγαπημένο σου!
θα φτιάξω και τα μαλλιά μου έτσι όπως σου αρέσουν.
Που είσαι? Που είσαι?
Λένε ότι έχω τρελαθεί.
Μου βάζουν την κοκτέλα στο στόμα.
Λένε ότι οι μέρες μου είναι λίγες
Φοβάμαι.
Κρυώνω.
Που είσαι πάω να τρελαθω.
Γιατί?
Γιατί έφυγες?
Γιατί με άφησες?
Γιατί φοβάσαι την αγάπη.
Γιατί..
Γιατί ρε γαμώτο γιατί..
Με επισκέπτεται κάποιος που με φωνάζει Ριτάκι. Δεν ξέρω ποιιος είναι. Αλλά νομίζω σου μοιάζει. Συγχώραμε θυμάμαι ότι κάποτε του είχα ζητήσει φωτιά . Μη με ρωτήσεις λεπτομέρειες δεν θυμάμαι κάτι περισσότερο. Λέει ότι θέλει το καλό μου και ότι νοιάζεται για μένα. Ότι θέλει να με πάρει σπίτι να με φροντίσει.
Την μάνα μου έχει να την δω μήνες. Είναι καλά? ΄Σίγουρα εσύ θα ξέρεις? ΄Τα πάντα γνωρίζες.
΄
Λένε ότι οι μέρες μου είναι λίγες και ότι θα φύγω από εδω.
Ότι δεν είμαι τρελή.
Ότι αγάπη θέλω.
Το άκουσα να το λέει μια νοσοκόμα στον Κύριο που σου μοιάζει.
Πω πω ντροπη! Ούτε το όνομα του δεν ξέρω.
Θα τον φωνάζω.. Άγνωστο Χ.
Πάει πέρασαν και οι μέρες και με έβγαλαν έξω από τις φυλακές.
Έτσι θα τις λέω εγω, γιατί απλά δεν βρίσκω καμιά διαφορά.
Ήταν και εκεί ο ¨Αγνωστος.
Ήταν τόσο όμορφος.
Μου χαμογελούσε συνέχεια και μου κρατούσε το χέρι μου.
Με πήρε σε ένα σπίτι τεράστιο.
Εντυπωσιαστήκα.
Κάπως ντροπιασμένη γύρισα προς το μέρος του.
- Μια ερώτηση θέλω να σου κάνω. Πως σε λένε?
- Χαζούλα.. Άγγελος είναι το όνομά μου.
Έπρεπε να το καταλάβω μουρμούρισα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου